Η πορεία ξεκίνησε σαν χείμαρρος, κινούμενη από παλμό, ωθούμενη από
τα νέα μέτρα της κυβέρνησης.
Στην πρώτη γραμμή διέκρινα τον Μάκη, δεν ξέρω τι δουλειά κάνει, τόσα χρόνια συνδικαλιστή τον ξέρω.
Δίπλα του η ξαδέρφη μου η Μάρθα από τα 37 της συνταξιούχος, γιατί είχε κλείσει 15ετία στον Ευαγγελισμό με ανήλικο τέκνο.
Μαζί της η φίλη της η Στέλλα, που 30 χρόνια τώρα έπαιρνε σύνταξη σαν άγαμη θυγατέρα.
Παραδίπλα ο Στάθης, η εθελουσία από τον ΟΤΕ του είχε αποφέρει 120.000 ευρώ και τώρα αγωνιζόταν στο...
... ψάρεμα.
Μαζί και ο Κώστας 46 χρόνων, πυροσβέστης, που έχει καταθέσει εδώ και ένα μήνα τα χαρτιά του για σύνταξη (είχε προλάβει να κατοχυρώσει, λέει!!!!) και περιμένει και κάποιο χοντρό εφάπαξ.
Δίπλα τους ο θείος μου, δεξιός από σόι, που κατεβαίνει σε πορείες μόνο όταν ήταν το ΠΑΣΟΚ κυβέρνηση.
Και από κοντά τα δυο αδέρφια: ο Στέλιος, που του είχε βάλει το κόμμα τα δυό παιδιά στο Δημόσιο, και ο Γρηγόρης, που έπαιρνε τα έργα του Δήμου υπερτιμολογημένα λόγω γνωριμιών.
Πίσω, στην δεύτερη σειρά, ακολουθούσε ο Γιάννης, πατέρας: εδώ και κάτι μήνες έκανε εξάσκηση του νέου νόμου περί άδειας και του πατέρα στο Δημόσιο, αγκαλιά με την γυναίκα του την Μάρω, που με τρεις γέννες είχε να πατήσει στην δουλειά της 3 χρόνια.
Και από κοντά ο Μιχάλης. Εργολάβος με συνεργείο 27 ανασφάλιστους
αλλοδαπούς και τρεις Έλληνες.
Στα δεξιά τους ο Λάκης: φοιτητής ετών 32, παρέα με τον Γιώργο,γιατρό, τον επονομαζόμενο και “ταχυδρόμο” από τα φακελάκια.
Μαζί τους και ο Θόδωρος, γιατρός του ΙΚΑ, που στο ιδιωτικό του ιατρείο δεν έκοβε ποτέ του αποδείξεις, με τον Κυριάκο της εφορίας, που δεν είχε δει ποτέ του παράβαση τα τελευταία έξι χρόνια…
Λίγο πιο κει ο Νίκος μεγαλοδικηγόρος με ιδιόκτητο γραφείο στο κέντρο της Αθήνας που νοιάζεται για τον πελάτη του και δε θέλει να τον επιβαρύνει με αποδείξεις και ΦΠΑ.
Και φυσικά δεν θα έλειπε και ο Βασίλης, λιμενικός, πρώτος ταβλαδόρος
στο τελωνείο.
Να και ο Μηνάς, που είχε ξεχάσει πότε έκοψε το τελευταίο του τιμολόγιο, μαζί με τον Ορέστη επιδοτούμενο χρόνια αγρότη, που δεν ήξερε πού ήταν τα χτήματά του.
Όλοι μαζί με άλλους τόσους σήκωσαν τα χέρια ψηλά και με σφιγμένες
τις γροθιές βροντοφώναξαν: “Κάτω τα χέρια απ’ τα ΛΕΦΤΑ ΜΑΣ!”
Ο Στέφανος, αδερφικός μου φίλος, άνεργος οικοδόμος με κοίταξε με
γουρλωμένα μάτια:
-Ρε, Κώστα, εμείς εδώ τι κάνουμε;
Έλα, ντε! Βρε, μήπως τελικά “μαζί τα φάγαμε;”
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου