Μια αναφορά στο ηλιακό μας σύστημα.
Τι είναι οι πλανήτες;
Οι πλανήτες είναι ετερόφωτα ουράνια σώματα που περιστρέφονται εκτελώντας ελλειπτικές τροχιές γύρω από έναν κεντρικό αστέρα που καταλαμβάνει μία από τις εστίες της έλλειψης. Είναι ορατοί εξαιτίας της αντανάκλασης του φωτός του κεντρικού αστέρα στην επιφάνειά τους και οι τροχιές τους περιγράφονται μαθηματικά από τους νόμους του Κέπλερ.
Στο ηλιακό σύστημα οι πλανήτες είναι εννέα και από την άποψη της φυσικής και χημικής τους σύστασης χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: τους γαιώδεις, στους οποίους ανήκουν ο Ερμής, η Αφροδίτη, η Γη και ο Άρης, και τους αεριώδεις πλανήτες-γίγαντες, στους οποίους υπάγονται ο ...
... Δίας, ο Κρόνος, ο Ουρανός και ο Ποσειδών, ενώ ο Πλούτων δεν ανήκει σε καμιά από τις δύο ομάδες. Οι τροχιές των πλανητών, με εξαίρεση εκείνη του Πλούτωνα και εν μέρει του Ερμή, βρίσκονται περίπου στο ίδιο επίπεδο (εκλειπτική) και έχουν περιόδους περιφοράς που κυμαίνονται από μερικές δεκάδες ημέρες (Ερμής, Αφροδίτη) έως μερικούς αιώνες (Ποσειδών, Πλούτων). Λόγω αυτής της διαφοράς στην περιφορά τους, κάθε 175 χρόνια λαμβάνει χώρα μια σχετική ευθυγράμμιση όλων των πλανητών προς την ίδια πλευρά του Ήλιου. Το φαινόμενο αυτό, που λέγεται πλανητική σύνοδος, παρατηρήθηκε για τελευταία φορά το 1982 και διευκόλυνε την εκτόξευση του διαστημικού σκάφους Βόγιατζερ.
Οι αποστάσεις των πλανητών από τον Ήλιο. Εξαιτίας της ελλειπτικής μορφής που έχουν οι τροχιές των πλανητών, οι αποστάσεις τους από τον Ήλιο δεν είναι σταθερές αλλά διαφορετικές στα διάφορα σημεία της τροχιάς τους. το πιο μακρινό σημείο στον Ήλιο της πλανητικής τροχιάς λέγεται αφήλιο και το πιο κοντινό περιήλιο. η ευθεία γραμμή που ενώνει τα δύο αυτά σημεία λέγεται γραμμή ή άξονας των αψίδων και η μέση απόσταση Ήλιου - πλανήτη μέση απόσταση του πλανήτη. Η μέση απόσταση της Γης από τον Ήλιο είναι 150 εκατ. χλμ. και λέγεται αστρονομική μονάδα, γιατί χρησιμεύει ως μέτρο για την εκτίμηση των μέσων αποστάσεων των διαφόρων πλανητών.
Οι μέσες αποστάσεις των πλανητών από τον Ήλιο, με βάση την αστρονομική μονάδα, δίνονται με ικανοποιητική προσέγγιση από έναν εμπειρικό κανόνα, το νόμο των Τίτιους-Μπόντε. Σύμφωνα μ' αυτόν, αν σε κάθε αριθμό της σειράς: 0, 3, 6, 12, 24, 48 96, 192, που ο καθένας, εκτός από το δεύτερο, είναι διπλάσιος από τον προηγούμενό του προστεθεί ο αριθμός 4 και μετά οι νέοι αριθμοί διαιρεθούν με το 10 προκύπτουν οι αριθμοί: 0,4 0,7 1,0 1,6 2,8 5,2 10 και 19,6. Οι τελευταίοι αριθμοί είναι συντελεστές, που αν πολλαπλασιαστούν με την αστρονομική μονάδα, μας δίνουν τη μέση απόσταση κάθε πλανήτη από τον Ήλιο. Έτσι η μέση απόσταση του κοντινότερου πλανήτη, του Ερμή, είναι 0,4x150.000.000=60.000.000 χλμ., της Αφροδίτης 0,7x150.000.000=105.000.000 χλμ. κ.ο.κ μέχρι και τον πλανήτη Ουρανό, που η μέση απόστασή του είναι 19,6x150.000.000=2.940.000.000 χλμ. Μόνον για τους δυο τελευταίους πλανήτες, τον Ποσειδώνα και τον Πλούτωνα, δεν ισχύει ο εμπειρικός αυτός κανόνας, μια και οι τιμές που δίνει δε συμφωνούν προσεγγιστικά με τις αντίστοιχες που προκύπτουν από τις υπολογιστικές μεθόδους της μαθηματικής αστρονομίας. Αξιοσημείωτο είναι ότι στο συντελεστή 2,8 αντιστοιχεί η ζώνη των μικρών πλανητών που λέγονται αστεροειδείς ή πλανητοειδείς· βρίσκονται ανάμεσα στον Άρη και το Δία και πιστεύεται ότι προέρχονται από το θρυμματισμό ενός άλλοτε μεγάλου πλανήτη.
Διάκριση των πλανητών σε εσωτερικούς ή κατώτερους και σε εξωτερικούς ή ανώτερους. Η τροχιά της Γης χωρίζει τους πλανήτες σε εσωτερικούς ή κατώτερους (όπως ο Ερμής και η Αφροδίτη) και σε εξωτερικούς ή ανώτερους (όπως ο Άρης, ο Δίας ο Κρόνος, ο Ουρανός, ο Ποσειδών και ο Πλούτων). Η γεωκεντρική στη σύλληψή της αυτή διάκριση τείνει να αντικατασταθεί τις τελευταίες δεκαετίες από έναν άλλο διαχωρισμό των πλανητών σε εσωτερικούς και εξωτερικούς, που παίρνει ως βάση τη ζώνη των αστεροειδών και χρησιμοποιεί ως κριτήρια τη φυσική σύσταση των πλανητών, την ταχύτητα περιστροφής γύρω από τον άξονά τους, την ύπαρξη και τον αριθμό των δορυφόρων κ.ά. Έτσι, εσωτερικοί πλανήτες χαρακτηρίζονται ο Ερμής, η Αφροδίτη, η Γη και ο Άρης, που διακρίνονται για το μικρό σχετικά μέγεθός τους, τη μεγάλη τους πυκνότητα, τη μικρή τους ταχύτητα περιστροφής, την ύπαρξη στερεού φλοιού στην επιφάνειά τους (από πετρώματα και μέταλλα) και την παρουσία ατμόσφαιρας με κύρια συστατικά το άζωτο, το οξυγόνο και το διοξείδιο του άνθρακα. Αντίθετα, οι εξωτερικοί πλανήτες, με εξαίρεση τον Πλούτωνα, έχουν σχετικά μεγάλο όγκο, μεγάλη ταχύτητα περιστροφής, τελείως διαφορετική φυσική σύσταση, μικρή πυκνότητα και ατμόσφαιρες όπου κυριαρχούν το υδρογόνο, το ήλιο, η αμμωνία και το μεθάνιο.
Οι ταχύτητες περιφοράς των πλανητών γύρω από τον Ήλιο. Με βάση το χρόνο που χρειάζεται η Γη για να συμπληρώσει μια πλήρη περιφορά γύρω από τον Ήλιο, δηλ. με βάση το γήινο έτος και τις υποδιαιρέσεις του, ο χρόνος της τροχιάς κάθε πλανήτη (που λέγεται και χρόνος αστρικής περιόδου) είναι ο παρακάτω: Ερμής 88 ημέρες, Αφροδίτη 225 ημέρες, Γη 365 ημέρες (1 έτος), Άρης 1 έτος και 322 ημέρες, Δίας 11 έτη και 315 ημέρες, Κρόνος 29 έτη και 167 ημέρες, Ουρανός 84 έτη και 7 ημέρες, Ποσειδών 164 έτη και 280 ημέρες, Πλούτων 164 έτη και 280 ημέρες. Σ' ό,τι αφορά τις μέσες ταχύτητες περιφοράς των πλανητών γύρω από τον Ήλιο, έχουμε τις παρακάτω τιμές σε χλμ. ανά δευτερόλεπτο: Ερμής 47,83, Αφροδίτη 34,99, Γη 29,76, Άρης 24,11, Δίας 13,05, Κρόνος 9,64, Ουρανός 6,80, Ποσειδών 5,43 και Πλούτων 4,73. Είναι φανερό ότι τη στιγμή που οι εσωτερικοί πλανήτες έχουν συμπληρώσει μια ή περισσότερες περιφορές γύρω από τον Ήλιο, οι εξωτερικοί έχουν διανύσει ένα τόξο μόνο πάνω στην τροχιά τους, που είναι τόσο μικρότερο όσο μεγαλύτερη είναι η απόστασή τους από τον Ήλιο. Έτσι στο χρονικό διάστημα που η Γη συμπληρώνει 250 περιφορές γύρω από τον Ήλιο, ο Πλούτων σε 250 χρόνια πραγματοποιεί μια μόνον περιφορά. Ακόμη, ενώ στη Γη οι εποχές διαρκούν μέχρι 90 ημέρες, στον Κρόνο η αντίστοιχη διάρκειά τους φτάνει τα 7 χρόνια. Τέλος, ενώ η Γη περνάει μια φορά το χρόνο από το αφήλιό της (ή το περιήλιό της), ο Ερμής περνάει περίπου τέσσερις φορές, η Αφροδίτη μια ή δύο, ο Άρης μια ή καμιά, και οι υπόλοιποι πλανήτες χρειάζονται πολλά χρόνια για να περάσουν απ' αυτά τα σημεία.
Η συνοδική περίοδος των πλανητών. Καθώς οι πλανήτες περιφέρονται γύρω από τον Ήλιο, έρχονται στιγμές που η Γη, ο Ήλιος και κάποιος άλλος πλανήτης, μια και κινούνται στο ίδιο επίπεδο, σχηματίζουν ευθεία γραμμή. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να παρουσιαστούν οι παρακάτω συνδυασμοί:
Γη - Ήλιος - Πλανήτης
Γη - Πλανήτης - Ήλιος
Πλανήτης - Γη - Ήλιος
Στους δυο πρώτους συνδυασμούς ο πλανήτης αδιάφορο αν είναι εσωτερικός ή εξωτερικός, βρίσκεται με τον Ήλιο και τη Γη σε σύνοδο. Η σύνοδος χωρίζεται σε ανώτερη και κατώτερη και ο πλανήτης και στις δυο περιπτώσεις είναι από τη Γη αόρατος (στην ανώτερη σύνοδο επειδή παρεμβάλλεται ο Ήλιος και στην κατώτερη επειδή στρέφει προς τον πλανήτη μας το σκοτεινό του ημισφαίριο που δε φωτίζεται από τις ηλιακές ακτίνες). Ο χρόνος που μεσολαβεί ανάμεσα σε δυο συνόδους (ανώτερες ή κατώτερες) είναι διαφορετικός για κάθε πλανήτη, μια και εξαρτάται από την ταχύτητα περιφοράς του, και λέγεται χρόνος συνοδικής περιόδου του πλανήτη.
Αντιθέσεις - συζυγίες. Όταν η Γη είναι ανάμεσα στον Ήλιο και τον πλανήτη, ο τελευταίος βρίσκεται ως προς τον Ήλιο σε αντίθεση. Είναι φανερό ότι ενώ οι πλανήτες Ερμής και Αφροδίτη παρουσιάζουν και ανώτερη και κατώτερη σύνοδο και ποτέ αντίθεση, οι υπόλοιποι παρουσιάζουν μόνον ανώτερη σύνοδο και αντίθεση, που μαζί λέγονται συζυγίες. Κατά τη στιγμή της αντίθεσης, οι εξωτερικοί πλανήτες είναι κατ' εξοχήν ορατοί από τη Γη, επειδή η απόστασή τους περιορίζεται στο ελάχιστο αλλά και επειδή ο Ήλιος βρίσκεται στη δύση του όταν ο πλανήτης ανατέλλει, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να φαίνεται όλη τη νύχτα κατά τη διάρκεια της φαινομένης κίνησής του από τα ανατολικά προς τα δυτικά.
Αποχές και τετραγωνισμοί. Όταν τα τρία σώματα, Γη - Ήλιος - Πλανήτης, σχηματίζουν μεταξύ τους γωνία, ο πλανήτης βρίσκεται σε αποχή. Η αποχή λέγεται ιδιαίτερα τετραγωνισμός όταν η γωνία αυτή είναι ορθή.
Οι φάσεις των πλανητών. Όπως ακριβώς η Σελήνη, έτσι και οι πλανήτες παρουσιάζουν διάφορες φάσεις κατά την περιφορά τους γύρω από τον Ήλιο, με αποτέλεσμα άλλοτε να φαίνονται σαν φωτεινοί δίσκοι και άλλοτε σαν μηνίσκοι. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό για τους πλανήτες Ερμή, Αφροδίτη και Άρη αλλά ορατό μόνο με τηλεσκόπιο, εξαιτίας των μακρινών τους αποστάσεων από τη Γη.
Οι νόμοι της περιφοράς των πλανητών γύρω από τον Ήλιο. Οι νόμοι αυτοί διατυπώθηκαν από τον Κέπλερ (1571 - 1630), που βασίστηκε στο εμπειρικό υλικό του δασκάλου του Τίχο - Μπράχε και είναι οι παρακάτω:
1) Η τροχιά κάθε πλανήτη είναι έλλειψη, που τη μια της εστία, κοινή για όλους τους πλανήτες, την κατέχει ο Ήλιος. Ο νόμος αυτός που καθορίζει τη μορφή των πλανητικών τροχιών, απορρέει από το νόμο της παγκόσμιας έλξης, που ανακάλυψε πολλά χρόνια αργότερα ο Νεύτων.
2) Τα εμβαδά που διαγράφονται από την επιβατική ακτίνα ενός πλανήτη που κινείται γύρω από τον Ήλιο, είναι ανάλογα με το χρόνο που διαγράφονται. Αυτό σημαίνει ότι σε ίσους χρόνους πρέπει να διαγράφονται ισοδύναμα εμβαδά. αλλά αφού αλλάζει συνεχώς το μήκος της επιβατικής ακτίνας, θα πρέπει ν' αλλάζει επίσης και το μήκος των τόξων που διανύει ο πλανήτης πάνω στην τροχιά του. μεταβολή όμως του μήκους των τόξων σημαίνει μεταβολή της ταχύτητας κίνησης του πλανήτη. έτσι, στο τμήμα της πλανητικής τροχιάς, από το αφήλιο μέχρι το περιήλιο, η ταχύτητα κίνησης του πλανήτη συνεχώς αυξάνει για ν' ακολουθήσει μετά αντίστροφη πορεία. Οπωσδήποτε οι αυξομειώσεις αυτές είναι περισσότερο αισθητές στους πλανήτες που έχουν τη μεγαλύτερη εκκεντρότητα τροχιάς.
3) Τα τετράγωνα των χρόνων περιφοράς των πλανητών γύρω από τον Ήλιο είναι ανάλογα προς τους κύβους των μέσων αποστάσεών τους. Η μαθηματική διατύπωση του νόμου αυτού είναι:
t12/t22 =a13/a23
όπου t1 και t2 είναι ο χρόνος περιφοράς δυο πλανητών γύρω από τον Ήλιο και a1 και a2 οι αντίστοιχες μέσες αποστάσεις τους. Εφαρμόζοντας το νόμο αυτό είναι εύκολο, αν γνωρίζουμε τα τρία από τα παραπάνω στοιχεία, να προσδιορίσουμε και το τέταρτο. Συνήθως για να βρούμε ένα από τα στοιχεία αυτά, είτε δηλ. το χρόνο περιφοράς είτε την απόσταση ενός πλανήτη από τον Ήλιο, εξετάζουμε τον πλανήτη που μας ενδιαφέρει σε σχέση με τη Γη, που είναι γνωστός και ο χρόνος περιφοράς της t = 1 έτος και η μέση απόστασή της από τον Ήλιο a = 150.000.000 χλμ.
Θέσεις των αξόνων περιστροφής των πλανητών. Στους πλανήτες συναντιούνται τρεις κυρίως θέσεις των αξόνων περιστροφής τους.
1) Άξονας περιστροφής κάθετος στο επίπεδο της τροχιάς. Παρόμοια θέση άξονα συναντιέται στον πλανήτη Δία. Ως συνέπεια, ο χρόνος μιας πλήρους περιστροφής χωρίζεται εξίσου ανάμεσα στην ημέρα και τη νύχτα και για όλους τους τόπους της επιφάνειάς του. Ακόμη, η κατανομή της ηλιακής θερμότητας είναι ομοιόμορφη σε γενικές γραμμές και δεν παρουσιάζονται τόσο σε τοπική όσο και σε χρονική κλίμακα σημαντικές κλιματικές αλλαγές.
2) Άξονας περιστροφής πλάγιος ως προς το επίπεδο της τροχιάς. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι πλανήτες Γη, Άρης και Κρόνος. Η γωνία που σχηματίζεται ανάμεσα στον άξονα περιστροφής τους και στο επίπεδο της περιφοράς τους γύρω από τον Ήλιο κυμαίνεται από 64° (Κρόνος) μέχρι 66° (Γη - Άρης). Η πλάγια αυτή θέση του άξονα περιστροφής έχει σαν αποτέλεσμα: α) το διαφορετικό φωτισμό της επιφάνειας των πλανητών από τον Ήλιο κατά τη διάρκεια του έτους, β) την ανισότητα ανάμεσα στις ημέρες και τις νύχτες και γ) τη δημιουργία των 4 εποχών.
3) Άξονας περιστροφής πάνω στο επίπεδο της τροχιάς. Η περίπτωση αυτή συναντιέται μόνο στον πλανήτη Ουρανό που ο άξονας περιστροφής του συμπίπτει σχεδόν με το επίπεδο της τροχιάς του. με αποτέλεσμα ο ισημερινός του να είναι κάθετος πάνω σ' αυτό.
Τα μεγέθη των πλανητών. Όπως για τη μέτρηση των αποστάσεων στο ηλιακό σύστημα χρησιμοποιείται ως βασική μονάδα η μέση απόσταση Γης - Ήλιου (αστρονομική μονάδα), με ανάλογο τρόπο η διάμετρος της Γης, η επιφάνειά της, ο όγκος, η μάζα της κ.λπ. είναι τα συνηθισμένα μέτρα για την εκτίμηση των αντίστοιχων μεγεθών των υπόλοιπων πλανητών
Μικρότερος απ' όλους τους πλανήτες είναι ο Ερμής και ακολουθούν μετά κατά σειρά οι Άρης, Αφροδίτη, Γη, Ποσειδών, Ουρανός, Κρόνος και Δίας. Ο τελευταίος έχει όχι μόνο τον μεγαλύτερο όγκο αλλά και η μάζα του είναι μεγαλύτερη από το άθροισμα που σχηματίζουν οι μάζες όλων των υπόλοιπων πλανητών.
Το μέγεθος των πλανητών είναι ασήμαντο σe σχέση με τον Ήλιο. Αν ολόκληρη η μάζα του πλανητικού συστήματος παρασταθεί με τον αριθμό του, τότε ο Ήλιος μόνος του αντιπροσωπεύει το 99,87% αυτής της μάζας.
Η φαινομένη διάμετρος και η φαινομένη λαμπρότητα των πλανητών. Επειδή οι αποστάσεις των πλανητών από τη Γη δε μένουν σταθερές, η φαινομένη διάμετρός τους καθώς και η λαμπρότητά τους είναι μεγέθη μεταβλητά. Έτσι, όσο ένας πλανήτης πλησιάζει προς τη Γη, η φαινομένη του διάμετρος είναι μεγαλύτερη και η λαμπρότητά του φωτεινότερη, ενώ το αντίστροφο συμβαίνει όταν απομακρύνεται. Ο λαμπρότερος απ' όλους τους πλανήτες είναι η Αφροδίτη, που φαίνεται με γυμνό μάτι φωτεινότερη από κάθε άλλο αστέρα της ουράνιας σφαίρας· την ξεπερνούν σε λάμψη μόνον ο Ήλιος και η Σελήνη. Σ' αυτό συντελεί εκτός από τη μικρή της απόσταση από τη Γη η μεγάλη ανάκλαση του ηλιακού φωτός από τα πυκνά νέφη της ατμόσφαιράς της· η Αφροδίτη ανακλά το 61% από το ηλιακό φως, ενώ ο Ερμής μόνο το 6%. Η Γη αντίστοιχα το 34%, ο Άρης το 15%, ο Δίας το 41%, ο Κρόνος το 42%, ο Ουρανός το 45%, ο Ποσειδών το 54% και ο Πλούτων το 16%. Οι μεταβολές της φαινομένης λαμπρότητας και του μεγέθους που προκαλούνται από την προσέγγιση και την απομάκρυνση των πλανητών, διαπιστώνονται εύκολα με τηλεσκόπιο, είναι όμως πρακτικά ασήμαντες όταν οι πλανήτες παρατηρούνται με γυμνό μάτι.
Νεότερες εξελίξεις στην έρευνα των πλανητών. Κατά την τελευταία εικοσαετία πολλά διαστημικά σκάφη τέθηκαν σε τροχιά γύρω από τους πλανήτες και σε μερικές περιπτώσεις προσεδαφίστηκαν στην επιφάνειά τους, μεταδίδοντας πλήθος από στοιχεία για τη φυσική και χημική σύσταση του εδάφους και της ατμόσφαιράς τους, για τα μαγνητικά πεδία τους, την ηφαιστειακή και σεισμική δραστηριότητά τους κ.λπ. Από τη συγκέντρωση όλων αυτών των δεδομένων δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ένας νέος κλάδος, η λεγόμενη συγκριτική πλανητολογία (Cοmρaratiνe Ρlanetοlοgy), που έχοντας ως βάση το "φυσικό πρότυπο" της Γης θεωρεί το σύνολο των πλανητών και των δορυφόρων τους ως επιμέρους τμήματα ενός τεράστιου κοσμικού εργαστηρίου, όπου πολλά φαινόμενα που παρατηρούνται στη Γη φαίνεται να επαναλαμβάνονται και σε άλλα σημεία του ηλιακού συστήματος, κάτω όμως από διαφορετικές συνθήκες και συχνά σε διαφορετικά στάδια εξέλιξης. Σημαντική πρόοδος έχει επιτελεστεί επίσης στη χαρτογράφηση των πλανητών, με αποτέλεσμα οι επιστήμονες να διαθέτουν σήμερα 1.500 περίπου τοπογραφικούς και γεωλογικούς χάρτες που παρουσιάζουν τις υψομετρικές διακυμάνσεις και σωρεία πληροφοριών σχετικά με τους τύπους των πετρωμάτων κάθε πλανήτη, τη διάταξη, καθώς και τη μετατόπισή τους με την πάροδο του χρόνου. Μία από τις σημαντικότερες ανακαλύψεις της πλανητικής έρευνας ήταν ότι εκτός από τον Κρόνο υπάρχουν και άλλοι τρεις πλανήτες του ηλιακού συστήματος, και συγκεκριμένα ο Δίας, ο Ουρανός και ο Ποσειδών, που περιβάλλονται από δακτύλιους. Το 1988, μάλιστα, αμερικανοί ερευνητές διατύπωσαν την άποψη ότι δακτύλιος υπήρχε και γύρω από τη Γη πριν από 34 περίπου εκατομ. χρόνια, αλλά στη συνέχεια το υλικό που τον αποτελούσε διέφυγε στο διάστημα κάτω από την πίεση της ηλιακής ακτινοβολίας σε συνδυασμό με δυναμικές διεργασίες στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας.
Με βάση το δεδομένο ότι οι φυσικές διεργασίες που οδήγησαν στη δημιουργία του ηλιακού συστήματος αποτελούν μια όχι ασυνήθιστη διαδικασία, εκτιμάται ότι πολλοί αστέρες εκτός από τον Ήλιο θα πρέπει να διαθέτουν πλανητικά συστήματα. Η υπόθεση αυτή ενισχύθηκε το 1979 από προγράμματα προσομοίωσης σε ηλεκτρονικό υπολογιστή που πραγματοποίησαν αμερικανοί ερευνητές στο πλαίσιο του προγράμματος "Αcrete" και τα οποία μιμήθηκαν τις διάφορες εξελικτικές φάσεις του πρωτοπλανητικού δίσκου που περιέβαλε κάποτε τον πρωτοαστέρα από τον οποίο σχηματίστηκε ο Ήλιος. Σε όλα τα προγράμματα προέκυψαν πλανητικά συστήματα 8-10 πλανητών που έχουν κατανομή μαζών και αποστάσεων παραπλήσια μεταξύ τους και με εκείνη του δικού μας ηλιακού συστήματος. Βέβαια, η οπτική παρατήρηση εξωηλιακών πλανητών είναι με τα σημερινά δεδομένα σχεδόν αδύνατη, γιατί το φως που ανακλούν καλύπτεται από την κατά πολύ ισχυρότερη ακτινοβολία του κεντρικού αστέρα στον οποίο ανήκουν. Περισσότερες δυνατότητες υπόσχονται διάφορες έμμεσες μέθοδοι που συνδυάζοντας ένα σύνολο φασματοσκοπικών, φωτομετρικών και αστρομετρικών τεχνικών προσπαθούν να εντοπίσουν πλανήτες από τις παρενοχλήσεις που αυτοί προκαλούν στην κίνηση των αστέρων γύρω από τους οποίους πιθανώς περιστρέφονται. Από τους αστέρες που έχουν μελετηθεί σε αποστάσεις 5-15 ετών φωτός, ως κυριότεροι υποψήφιοι για την παρουσία πλανητικών συστημάτων θεωρούνται ο αστέρας του Βarnard στον αστερισμό του Οφιούχου, ο αστέρας ε στον αστερισμό του Ηριδανού, ο αστέρας Luyten 726-8 στον αστερισμό του Κήτους, ο αστέρας Wοlf 424 στον αστερισμό της Παρθένου, ο αστέρας Lalande 21185 στη Μεγάλη Άρκτο και ο αστέρας Rοss 248 στον αστερισμό της Ανδρομέδας. Το 1983 ο δορυφόρος Υπερύθρου (ΙRΑS) ανίχνευσε στον Βέγα έναν δακτύλιο από πετρώδη υλικά που πιθανώς να είναι ένα αρχέγονο πλανητικό σύστημα. Ο δακτύλιος αυτός, που έχει διάμετρο γύρω στα 24 δισεκατομ. χλμ., είναι δηλ. περίπου διπλάσιος από το ηλιακό σύστημα, απορροφά το ορατό φως του αστέρα και το επανεκπέμπει με τη μορφή υπέρυθρης ακτινοβολίας. Τα επόμενα χρόνια χάρη στη μεγάλη πρόοδο της υπέρυθρης αστρονομίας ανιχνεύτηκαν δίσκοι αερίων και σκόνης γύρω από πολυάριθμους νεαρούς αστέρες που περιέχουν αρκετή ύλη ώστε να "παραχθούν" ηλιακά συστήματα παρόμοια με το δικό μας. Ιδιαίτερα πυκνή είναι η σκόνη γύρω από τους αστέρες Β της Ασπίδας, Φομαλχώ των Ιχθύων, ΗL του Ταύρου και R του Μονόκερου, οι οποίοι θεωρούνται πέραν πάσης αμφιβολίας ως εκκολαπτήρια νέων πλανητικών συστημάτων. Μάλιστα, στον αστέρα Β της Ασπίδας, ερευνητές της ΝΑSΑ και του Εθνικού Κέντρου Ερευνών της Γαλλίας έχουν διατυπώσει την υπόθεση για την ύπαρξη ήδη σχηματισμένων πλανητών.
Ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι ανακοινώσεις για την ανακάλυψη πλανητών γύρω από πάλσαρς. Οι πάλσαρς είναι ταχύτατα περιστρεφόμενοι αστέρες νετρονίων, υπολείμματα τις περισσότερες φορές από εκρήξεις σουπερνόβα. Το 1991 οι βρετανοί αστρονόμοι Άντριου Λιν, Μάθιου Μπέιλς και Σέτναμ Σεμάρ του ραδιοτηλεσκοπίου Jοdrell Βank στο Μάντσεστερ απέδωσαν τις αυξομειώσεις που παρατηρούνται στην περίοδο των ραδιοπαλμών του πάλσαρ ΡSR 1829-10, που βρίσκεται στον αστερισμό της Ασπίδας, στην ύπαρξη ενός πλανήτη 10 φορές μεγαλύτερου από τη Γη, που εκτελεί κάθε έξι μήνες μια πλήρη περιφορά γύρω από τον πάλσαρ. Μια ακόμη πειστικότερη ανακοίνωση έγινε το 1992 από τους Αλεξάντερ Βόλτσκαν του ραδιοτηλεσκοπίου Αrecibο στο Πουέρτο Ρίκο και Ντέιλ Φρέιλ του ραδιοτηλεσκοπίου Sοcοrrο στο Νέο Μεξικό και αφορά τον πάλσαρ ΡSR 1257+12 στον αστερισμό της Παρθένου, γύρω από τον οποίο φαίνεται να περιστρέφονται δύο πλανήτες εκτελώντας σχεδόν κυκλικές τροχιές. Οι μάζες τους υπολογίστηκαν σε 3,2 και 3,9 γήινες μάζες και οι περίοδοί τους σε 22,3 και 33,5 ημέρες αντίστοιχα, ενώ υπάρχουν ενδείξεις για την παρουσία και ενός τρίτου πλανήτη, που η περίοδος περιφοράς του ανέρχεται σε 360 ημέρες περίπου. Η πιθανή παρουσία πλανητών γύρω από πάλσαρς διεύρυνε, όπως είναι φυσικό, τους ορίζοντες του προβληματισμού για την ύπαρξη και άλλων πλανητικών συστημάτων πέρα από τα όρια του ηλιακού. Οι πλανήτες των πάλσαρς θα πρέπει να είναι δεύτερης γενιάς (να έχουν σχηματιστεί δηλ. πολύ αργότερα από τη γέννηση του κεντρικού αστέρα, πιθανότατα με απόσπαση ύλης από έναν αστρικό συνοδό) και να χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερα αφιλόξενες συνθήκες. Οι πάλσαρς εκπέμπουν τεράστιες ποσότητες θανατηφόρου ακτινοβολίας, η οποία επιπλέον θερμαίνει τους πλανήτες σε θερμοκρασίες πολλών εκατομ. βαθμών, γεγονός που αποκλείει την ύπαρξη σ' αυτούς εστιών εξωγήινης ζωής, που ερευνά η αστροβιολογία.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου